- αρτίωση
- η (Μ ἀρτίωσις) [αρτιώ]ο εξοπλισμός, η συμπλήρωση.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
βιογραφία — Έργο που εξιστορεί τη ζωή ενός ανθρώπου με την αναφορά στο σύνολο των στοιχείων εκείνων τα οποία αποκαλύπτουν την ψυχολογική του ιδιοσυστασία και την πνευματική του προσωπικότητα και συνάμα ορίζουν το πλέγμα των πολύπλευρων δεσμών του με το… … Dictionary of Greek